Select Menu

        ''Όταν αποφασήσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. ''



Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (3 Απριλίου 1770 - 4 Φεβρουαρίου 1843) ήταν Έλληνας κλέφταρματολός, πολιτικός, καπετάνιος, στρατηγός με πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821, πολιτικός, αρχηγός κόμματος, πληρεξούσιος, σύμβουλος της Επικράτειας. Έμεινε γνωστός και ως Γέρος του Μοριά.

Τον Ιανουάριο του 1806 και ενώ βρισκόταν στην Πελοπόννησο βγήκε διάταγμα δίωξής του. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να ακολουθήσει πολύμηνη περιπετειώδης και δραματική καταδίωξη του από τους Τούρκους σε πολλά χωριά και πόλεις της Πελοποννήσου. Κατάφερε - μαχόμενος - να διαφύγει τελικά με πλοιάριο, φεύγοντας από περιοχή στα ανατολικά του Λακωνικού κόλπου και περνώντας στα Ρωσοκρατούμενα Κύθηρα με ενδιάμεση στάση στην Ελαφόνησο λόγω κακοκαιρίας. Από το 1810 υπηρέτησε στο ελληνικό στρατιωτικό σώμα του αγγλικού στρατού στη Ζάκυνθο, και τιμήθηκε με το βαθμό του ταγματάρχη για τη δράση του εναντίον των Γάλλων.

Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και άρχισε να προετοιμάζει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Ως απεσταλμένος της στη Μάνη σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου 1821. Πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του αγώνα, όπως στη νίκη στο Βαλτέτσι (14 Μαΐου 1821), στην άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), στην καταστροφή της στρατιάς του Δράμαλη στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822), όπου διέσωσε τον Αγώνα στην Πελοπόννησο αφού πρυτάνευσαν η ευφυΐα και η τόλμη του στρατηγικού του νου. Οι επιτυχίες αυτές τον ανέδειξαν σε αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου πολλές φορές προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους αντιπάλους, αλλά παρόλα αυτά δεν απέφυγε τη ρήξη. Μετά από ένοπλες συγκρούσεις, ο ίδιος και ο γιος του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο Ναύπλιο.

Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά του Κολοκοτρώνη στα απομνημονεύματά του σχετικά με την κατάληψη της Τριπολιτσάς:

'' Όταν έμβηκα εις την Τριπολιτσά, με έδειξαν τον Πλάτανο εις το παζάρι όπου εκρέμαγαν τους Έλληνας. Αναστέναξα και είπα: «Άϊντε, πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάσθηκαν εκεί», και διέταξα και το έκοψαν. ''

Ο Σουλτάνος ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου για να σταματήσει την Επανάσταση, οπότε ο γιος του Μεχμέτ Αλή και διάδοχος του αιγυπτιακού θρόνου Ιμπραήμ αποβιβάστηκε το 1825 στην Πελοπόννησο. Η Σφακτηρία και το Ναυαρίνο έπεσαν στα χέρια των Αιγυπτίων και τότε ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίστηκε για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Χωρίς πολυάριθμο στρατό ξεκίνησε και πάλι τον κλεφτοπόλεμο, που διήρκεσε ως το 1828, όταν στην Ελλάδα έφτασε το στράτευμα του στρατηγού Μεζόν με εντολή του Καρόλου Ι´ της Γαλλίας για να διασώσει την Ελλάδα από τα αιγυπτιακά στρατεύματα (η Γαλλική Εκστρατεία του Μωριά).

Αξίζει να τονιστεί η στρατηγική φυσιογνωμία του Κολοκοτρώνη, καθώς διοικούσε τα στρατεύματα με ιδιοφυή τρόπο, χρησιμοποιώντας τις τακτικές του κλεφτοπολέμου ώστε να μπορεί να ανταπεξέρχεται το στράτευμα στην αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου. Ενδεικτικό της δυσκολίας του αγώνα του 21 είναι το παρακάτω απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του.

''O Ιμπραΐμης μου επαράγγειλε μια φορά διατί δεν στέκω να πολεμήσωμεν (κατά μέτωπον). Εγώ του αποκρίθηκα, ας πάρη πεντακόσιους, χίλιους, και παίρνω και εγώ άλλους τόσους, και τότε πολεμούμε, ή αν θέλη ας έλθη και να μονομαχήσωμεν οι δύο. Αυτός δεν με αποκρίθηκε εις κανένα. Και αν ήθελε το δεχθή το έκαμνα με όλην την καρδιάν, διότι έλεγα αν χανόμουν, ας πήγαινα, αν τον χαλούσα, εγλύτωνα το έθνος μου.''


Επίσης μεγάλη σημασία έδινε στην καταστροφή των πόρων (τροφές - ζωοτροφές) του αντιπάλου καθώς και στην εξασφάλιση τροφής για το στράτευμα του. Αναγνώρισε πολλές φορές το έργο και την σημασία των Ελλήνων κτηνοτρόφων, που εξασφάλιζαν με τα χιλιάδες ζώα τους τροφή για την υποστήριξη των μαχητών και γενικά της επανάστασης.

Ως το τέλος της Επανάστασης ο Κολοκοτρώνης συνέχισε να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στα στρατιωτικά και πολιτικά πράγματα της εποχής.

Υπήρξε ένθερμος οπαδός της πολιτικής του Καποδίστρια και πρωτοστάτησε στα γεγονότα για την ενθρόνιση του Όθωνα. Το 1833, όμως, οι διαφωνίες του με την Αντιβασιλεία τον οδήγησαν, μαζί με άλλους αγωνιστές, πάλι στις φυλακές του Ιτς-Καλέ στο Ναύπλιο με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.

Η βαριά καταδίκη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη από τους Βαβαρούς το 1834 στην εσχάτη των ποινών, που μετατράπηκε στη συνέχεια σε πολυετή κάθειρξη, όπως και άλλων αγωνιστών του 1821, αποτελεί την άλλη, τη σκοτεινή πλευρά της αστικής – εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στην ενοχοποίηση του Κολοκοτρώνη διαδραμάτισε η αγγλική πρεσβεία.

«Στο δικαστήριον επαρρησιάσθησαν μερικοί άτιμοι μικροί άνθρωποι, ψευδομάρτυρες και έλεγαν πως είδαν αναφορές και άλλα ψέματα. Ηλθαν απ’ όλα τα μέρη τίμιοι άνθρωποι νοικοκυραίοι, είπαν πως όλα αυτά είναι ψέματα {…} Μας κατέβασαν, μας εδιάβασαν την απόφασιν. Είδα τόσες φορές το θάνατο, και δεν εφοβήθηκα ούτε τότε. Καλλίτερα είναι όπου σκοτωνόμουν άδικα παρά δίκαια. (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μετά την ανακοίνωση της απόφασης).

Τον Μάϊο του 1834 η Ελλάδα μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίτρια και τη δήθεν προστασία των μεγάλων δυνάμεων, αντιμετώπιζε καινούργια προβλήματα. Η βαβαροκρατία και τα νέα πολιτικά ήθη και έθιμα της εποχής (που δυστυχώς για την Ελλάδα ζουν και βασιλεύουν μέχρι σήμερα), αποφάσισαν να διαπράξουν «από κοινού» ένα από τα πιο ασύλληπτα εγκλήματα κατά αγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Έπρεπε πάση θυσία να εξοντωθούν δύο από τους μεγαλύτερους ήρωες της Επανάστασης. Οι στρατηγοί Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και Δημήτριος Πλαπούτας. Ο μεν πρώτος συνελήφθη στις 6 Σεπτεμβρίου 1833 και κλείστηκε στο Ιτς-Καλέ και ο δεύτερος τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό.

Οι δύο τους είχαν συλληφθεί τον Σεπτέμβριο του 1833 μαζί με αρκετούς άλλους αγωνιστές επειδή 12 χρόνια μετά την Επανάσταση οργάνωσαν «συνομωσία επί σκοπώ να ταράξη την κοινήν ησυχία και να προσβάλλη την εσωτερικήν ασφάλειαν του κράτους και εις την εθνικήν ανεξαρτησία {…} Δεν άφησαν ουδεμίαν μυστικήν μηχανορραφίαν, ουδεμίαν ραδιουργίαν. Προσέφυγον εις την πειθώ, εις τας υποσχέσεις, εις ψεύδος για να κατορθώσουν τους προδοτικούς σκοπούς των, να παροξύνουν τους υπηκόους της Αυτού μεγαλειότητος και της υπέρτατης εξουσίας και επιφέρουν εμφύλιον πόλεμον, και καταργήσουν το καθεστώς πολίτευμα του έθνους» (Απόσπασμα από το κατηγορητήριο του επιτρόπου).

Η βασική κατηγορία και για τους δύο κατηγορούμενους ήταν πως είχαν σκοπό την κατάλυση της αντιβασιλείας με τη βοήθεια της Ρωσίας. Ουσιαστικά η δίκη είχε να κάνει με τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων, της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας για τον έλεγχο της Ελλάδας.

Η δίκη ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1834 και σύμφωνα με τα όσα έγραψε ο Αμβρόσιος Φραντζής (συγκατηγορούμενος στη δίκη) στην τετράτομη Επιτομή της Ιστορίας της Αναγγενηθείσης Ελλάδας το 1841 «αφού πρώτον ο Μάσσων και η συμμορία προετοίμασαν τα περίπου των 50 ψευδομαρτύρων πεπυρωμένα βέλη, ήλθον δε και υπέρ τους 280 αυτόκλητοι μάρτυρες διά να μαρτυρύσσωσιν υπέρ της αληθείας».

Ο Μάσσον ήταν το δεξί χέρι του άγγλου πρεσβευτή Ντώκινς και ήταν μάλιστα συνήγορος του δολοφόνου του Καποδίστρια και στην αγόρευσή του είχε ζητήσει την αθώωση του Μαυρομιχάλη. Στη δίκη του Κολοκοτρώνη δεξί χέρι του Μάσσον ήταν ο Κανέλος Δελληγιάννης, «επίλεκτο» μέλος του στρατοδικείου που καταδίκασε το 1853 τον Ιωάννη Μακρυγιάννη για «εσχάτη προδοσία».

Στις 10 Μαϊου 1834 έφτασε η ώρα της απόφασης και έφεραν τους δύο κατηγορούμενους στο δικαστήριο για την ανάγνωση της απόφασης. «Η έγγραφος απόφασις ήτις κατεδίκαζε τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούταν εις κεφαλική ποινήν διά της λαιμητόμου, εκτελεστέαν εντός 24 ωρών και εντός του Ναυπλίου εις την Πλατεία του Ναυπλίου». Η απόφαση θα έπαιρνε σάρκα και οστά σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα εάν δεν διαφωνούσαν με το κατηγορητήριο δύο εκ των δικαστών, ο πρόεδρος Α. Πολυζωίδης και ο δικαστής Γ. Τερτσέτης, οι οποίοι δεν «ενέδωσαν να γίνωσιν συνένοχοι εις εν τοιούτον αδίκημα».

 
Ο Κολοκοτρώνης μετά την ανάγνωση της απόφασης είπε το περίφημο «χαίρομαι διότι φονεύομαι άδικα». Μια φράση η οποία σε μεγάλο βαθμό αντανακλά πολλές από τις μεγάλες δίκες της σύγχρονης Ελλάδας και ιδιαίτερα από το τέλος του Εμφυλίου και μετά. Χιλιάδες κομμουνιστές που έδωσαν τη ζωή τους για μια Ελλάδα χωρίς νταβατζήδες και αφεντικά καταδικάστηκαν χωρίς δεύτερη κουβέντα από ανθρώπους που έκαναν την Ελλάδα προτεκτοράτο των Αγγλων και των Αμερικανών. Όπως είπε ο Κολοκοτρώνης το τελευταίο βράδυ πριν από την εκτέλεση της καταδίκης: «Είδα τόσες φορές το θάνατο, και δεν εφοβήθηκα ούτε τότε. Καλλίτερα είναι όπου σκοτωνόμουν άδικα παρά δίκαια. Τον Κολιόπουλο ελυπόμουν, διότι είχε μεγάλη φαμελιά. Εφάγαμεν το βράδυ. Την αυγή εκάμαμεν την διαθήκη μας και επροσμέναμεν την ώρα του θανάτου. Μετά από δύο ώρας εμάθαμε πως ο βασιλιάς μας έκαμε χάρη τη ζωή μας από το άδικο». Η απόφαση κατά του Κολοκοτρώνη μετατράπηκε σε 20ετή φυλάκιση λίγες ώρες αργότερα και τελικά ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίστηκε στις 27 Μαϊου 1835. Πέθανε το 1843.

Η δίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα και είκοσι χρόνια αργότερα, το 1853, η καταδικαστική απόφαση για «εσχάτη προδοσία» κατά του Ιωάννη Μακρυγιάννη έδειχναν το σάπιο και το σαθρό της ελληνικής σκηνής της εποχής. Αντιπαλότητες και πολιτικές «αψιμαχίες» μεταξύ των Ελλήνων για να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Με μοναδικά θύματα αγωνιστές που είχαν δώσει όλο τους το είναι για την ελευθερία της Ελλάδας από τους Τούρκους χωρίς κανένα προσωπικό όφελος και κέρδος. Η δίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα χάραξε το δρόμο για όσα ακολούθησαν στη συνέχεια σε μια Ελλάδα η οποία για να σταθεί στα πόδια της έπρεπε να δηλώνει υποταγή, να καλεί σε βοήθεια τις σύγχρονες μεγάλες δυνάμεις και να ευχαριστεί δημοσίως τα αφεντικά της μέσα από το Κοινοβούλιο.

Λόγιος Ερμής ϶ϵ

Σχόλια

Στο logiosermis.net δημοσιεύεται κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του, οι οποίες εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση. Περισσότερα στις οδηγίες χρήσης.

 
Top